Είναι γνωστό ότι τα αγροτικά μας προϊόντα είναι εξαιρετικά και δεν υστερούν σε χαρακτηριστικά των αντίστοιχων προϊόντων των ανταγωνιστικών σε εμάς χωρών. Επιπρόσθετα, σε κάποιες κατηγορίες είναι καλύτερα.
Φτάνει όμως μόνο αυτό για να μπορούν να είναι ανταγωνιστικά και εξαγώγιμα; Και βέβαια όχι!
Αν κοιτάξουμε πίσω στις προηγούμενες δεκαετίες θα συναντήσουμε πληθώρα επιδοτήσεων χωρίς στοχευμένη αντιπρόταση για αλλαγή καλλιεργειών και ταυτόχρονα την έλλειψη πληροφόρησης και υποστήριξης του Έλληνα γεωργού. Από τη μια μεριά, οι επιδοτήσεις λειτούργησαν ως σχετικά σταθερό εισόδημα με αποτέλεσμα τον εφησυχασμό και την αποδυνάμωση της δημιουργίας αλυσίδας αξίας στα αγροτικά προϊόντα.
Από την άλλη, οι συνεταιρισμοί, που αντί να εξελιχθούν σε επιχειρηματικές μονάδες εξελίχθηκαν σε μικροκομματικές κοινότητες. Και παράλληλα το κράτος παρόν-απόν: παρόν στις επιδοτήσεις – απόν στην πληροφόρηση και την παροχή μιας αγροτική στρατηγικής. Η ανάγκη για μια αλλαγή στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας προβάλλει σαν μονόδρομος στην περίπτωση που θέλουμε να προχωρήσουμε μπροστά. Και η αλλαγή θα πρέπει να ξεκινήσει και από τον πρωτογενή τομέα.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των αγροτικών μας προϊόντων δεν είναι τυποποιημένα, δηλ. δεν φέρουν κάποια επωνυμία, ένδειξη, όνομα και συσκευασία, και έχουν το «πλεονέκτημα» να ενσωματώνουν μόνο το κόστος παραγωγής τους. Ενα «πλεονέκτημα» που ταυτόχρονα αποτελεί και τη μεγαλύτερη απειλή για τον γεωργό-παραγωγό: ότι δεν τα αναγνωρίζει ο καταναλωτής, δεν τα ζητάει και μπορεί να τα υποκαταστήσει με οποιαδήποτε άλλα προϊόντα με παρόμοια χαρακτηριστικά (εγχώρια ή εισαγόμενα). Τολμώ να προβλέψω ότι σε λίγα χρόνια, αν συνεχίσουμε με την ίδια λογική του «χύμα», κάποιες μεσογειακές χώρες όπως για παράδειγμα η Τυνησία θα μας πάρει μερίδιο από την αγορά του ελαιολάδου. Και έπεται και συνέχεια.
Φτάσαμε τα τελευταία χρόνια να αρθρώνουμε τη λέξη «μάρκετινγκ» όταν οι ανταγωνιστές μας έχουν υιοθετήσει εδώ και δεκαετίες τις αρχές, τα εργαλεία και τις πρακτικές του: με απλά λόγια, τι προϊόντα θέλει η αγορά, ποια προϊόντα προτιμά ο καταναλωτής, τι προϊόντα παρέχει ο ανταγωνισμός και πού μπορώ να προσφέρω διαφορετικά ή καλύτερα προϊόντα. Η τυποποίηση για την τυποποίηση είναι χαμένος χρόνος και κεφάλαιο. Εδώ έρχεται η δυναμική του «νέου» συνεταιρισμού και των ομάδων παραγωγών, αντιπροσωπεύοντας τη λογική μιας επιχειρηματικής μονάδας με μέτοχο τον παραγωγό, στοχεύοντας στην παροχή ενός ποιοτικού τυποποιημένου αγροτικού προϊόντος. Οι «πληγές» από το παρελθόν που έχουν αφήσει οι παλαιοί συνεταιρισμοί μπορούν να αποτελέσουν εμπόδιο στην υιοθέτησή τους από τον Έλληνα παραγωγό.
Είναι αυτό που λέμε στο μάρκετινγκ «όταν ακούς τη λέξη “συνεταιρισμός”, τι σου έρχεται πρώτα στο μυαλό;». Θα χρειαστεί χρόνος για το χτίσιμο εμπιστοσύνης μεταξύ του «νέου» συνεταιρισμού και του παραγωγού. Ομάδες παραγωγών και «νέοι» συνεταιρισμοί θα πρέπει να υιοθετήσουν τη λογική και τις πρακτικές του μάρκετινγκ. Σήμερα, η συλλογικότητα είναι μονόδρομος στον πρωτογενή τομέα. Βέβαια σε όλα τα παραπάνω υπάρχει ένα μεγάλο κενό, το κενό της ουσιαστικής πληροφόρησης και υποστήριξης. Ένα κενό που πολλές φορές κατευθύνει τον Έλληνα γεωργό σε ένα… μετέωρο βήμα. Οι παραγωγοί δεν γνωρίζουν πώς να κινηθούν, τι ακριβώς να κάνουν, ποια βήματα να ακολουθήσουν. Το κράτος θα πρέπει να αποκτήσει έναν ρόλο καθαρά παρόχου πληροφόρησης στον Έλληνα παραγωγό και έναν ρόλο συντονιστή. Ένα από τα προβλήματα που μαστίζουν χρόνια τη χώρα μας -ανεξάρτητα από τον κλάδο και τη δραστηριότητα- είναι η έλλειψη ενός σχεδίου με συγκεκριμένους στόχους. Άλλη μία «δύσκολη» λέξη: σχέδιο! Ένα σχέδιο που θα απαντούσε σε περιφερειακό επίπεδο στο τι μπορεί να καλλιεργηθεί, τι δυνατότητες υπάρχουν, τι ανάγκες υπάρχουν για εγχώρια κατανάλωση και να ανιχνεύσει τις τάσεις στις αγορές του εξωτερικού, δηλ. τι αγροτικά προϊόντα θέλουν, ποιες χώρες και πού έχουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Ένα σχέδιο που θα προτείνει ένα χαρτοφυλάκιο προϊόντων-καλλιεργειών, ποιος καλλιεργεί τι και με ποιο όφελος. Παράλληλα, το πανεπιστήμιο θα πρέπει να προσφέρει απλόχερα την υποστήριξή του στον αγροτικό χώρο με τη μεταφορά της γνώσης και της έρευνας από τα αμφιθέατρα και τα εργαστήρια στο χωράφι, στην ομάδα των παραγωγών, στον συνεταιρισμό.
Η όλη προσπάθεια είναι ένας μαραθώνιος και όχι σπριντ. Θέλει χρόνο και κόπο. Παραφράζοντας μια γνωστή φράση… είναι δύσκολο να είσαι γεωργός αλλά πιο δύσκολο να είσαι Έλληνας γεωργός. Σήμερα είναι απόλυτα επιτακτική η ανάγκη να διαλέξουμε τι πρωτογενή τομέα θέλουμε: αποσπασματικές καλλιέργειες, μεμονωμένες προσπάθειες, ανώνυμα προϊόντα με τιμές «δίχως αύριο» ή να προσπαθήσουμε, να οραματιστούμε έχοντας σαν πυξίδα ένα σχέδιο ανασυγκρότησης του αγροτικού χώρου ώστε τα προϊόντα μας να δηλώσουν «παρών» με επώνυμη ζήτηση στην εγχώρια και διεθνή αγορά; Εμείς αποφασίζουμε για εμάς και κανείς άλλος.
* Ο κ. Προκόπης Κ. Θεοδωρίδης είναι επίκουρος καθηγητής Μάρκετινγκ, Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Αγροτικών Προϊόντων και Τροφίμων, Πανεπιστήμιο Πατρών.
Πριμοδότηση της εγκατάστασης Νέων Αγροτών στην Κτηνοτροφία με ενίσχυση έως 22.000€ -με 4ετή μόνο- δέσμευση στόχων από το Υπομέτρο 6.1 <<Εκκίνηση Επιχείρησης από Νέους Γεωργούς >>του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης Ελλάδας...
Περισσότερα...Το μέτρο για τα Σχέδια Βελτίωσης στοχεύει στη βελτίωση της οικονομικής αποδοτικότητας όλων των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και στη διευκόλυνση της αναδιάρθρωσης και του εκσυγχρονισμού τους, στη διαφοροποίηση της γεωργίας, στην...
Περισσότερα...Να δοθεί η χρονική δυνατότητα στους υποψήφιους Νέους Αγρότες να υποβάλουν αίτηση ΟΣΔΕ, μετά από την καταληκτική προθεσμία του ΟΠΕΚΕΠΕ (15 Ιουνίου) και μέχρι την προκήρυξη του μέτρου. ζητά ο...
Περισσότερα...Είναι γνωστό ότι τα αγροτικά μας προϊόντα είναι εξαιρετικά και δεν υστερούν σε χαρακτηριστικά των αντίστοιχων προϊόντων των ανταγωνιστικών σε εμάς χωρών. Επιπρόσθετα, σε κάποιες...
Περισσότερα...